Ένας Άνθρωπος μπορεί να περιπλανηθεί σε μια πόλη με πολλούς τρόπους: Ως βαριεστημένος τουρίστας που θα συγκρίνει αυτά που έχει διαβάσει και δει στο διαδίκτυο με την πραγματικότητα που ξεδιπλώνεται μπροστά του. Ως αγχωμένος επαγγελματίας που τρέχει να προλάβει κάποιο ραντεβού. Ως ένας ακόμα κουρασμένος κάτοικός της που ακολουθεί μια απαράλλακτη διαδρομή κάθε μέρα, πριν και μετά το εργασιακό του ωράριο. Και τέλος ως ένας οξυδερκής παρατηρητής. Ένας άνθρωπος που παρατηρεί, που προσπαθεί να διαβάσει την ψυχή της.
Η τελευταία αυτή κατηγορία είναι εξαιρετικά ολιγάριθμη. Εξάλλου, σε μια εποχή ξέφρενης αστικοποίησης και τεκτονικών αλλαγών που μεταλλάσσουν τα μητροπολιτικά περιβάλλοντα, ποιος έχει τη δυνατότητα να σπαταλήσει τον προσωπικό του χρόνο σε άσκοπους περιπάτους και λεπτοφυείς ονειροπολήσεις; Η εποχή των flaneurs του Παρισιού μοιάζει να έχει παρέλθει οριστικά, ωστόσο κάποιοι ελάχιστοι ανάμεσά μας εξακολουθούν ν’ ασκούν τη μυστική εκείνη τέχνη.
Γιατί η αποκρυπτογράφηση του συλλογικού ψυχισμού μια πόλης αποτελεί περισσότερο μια μορφή τέχνης παρά την εφαρμογή κάποιας επιστήμης. Είναι μια μαγική πράξη αντιληπτικότητας, μια τελετή της προσοχής. Εκεί όπου οι άλλοι βλέπουν κτίρια και δρόμους, ο ιδιόμορφος αυτός διαβάτης θα δει σύμβολα που έχουν μορφοποιήσει την άσφαλτο, το τσιμέντο και το γυαλί. Θραύσματα λαχτάρας, την υλοποιημένη δημιουργικότητα φιλόδοξων αρχιτεκτόνων, την αποκρυσταλλωμένη βούληση των χορηγών τους. Μια λάμπα με σπασμένο κέλυφος που φωτίζει μια πλατεία; Ίσως αποτελεί την εγγραφή μιας επαναστατικής πράξης ή μιας έκρηξης τυφλής οργής. Ένας δρόμος που στενεύει χωρίς κάποια φανερή αιτία; Ένα σημείο όπου η ενέργεια της πόλης μπλοκάρεται. Μια τυφλή αλέα; Μια γωνιά στάσιμου δυναμικού, ένας τόπος απόσυρσης σκονισμένων ονείρων σε κατάσταση αποσύνθεσης. Στρώματα από γκράφιτι που απλώνονται σαν μυκητιάσεις πάνω σ’ έναν παραμελημένο τοίχο; Ίσως δεν πρόκειται απλά και μόνο για μια βάρβαρη πράξη τυφλού βανδαλισμού αλλά για ένα ψυχικό παλίμψηστο όπου έχουν καταγραφεί οι άγριες φωνές εκείνων που αγωνίζονται ν’ ακουστούν, που νιώθουν αγνοημένοι καθώς αναλώνουν την εφήμερη ύπαρξή τους.
Η αστική ανακάλυψη
Η τεχνική της αστικής Παρατήρησης είναι απλή. Για να διαβάσει κανείς μια πόλη θα πρέπει να περιπλανηθεί μέσα της, να περπατήσει στους δρόμους της, όχι ως ένα ακόμα ηλεκτρόνιο που τροφοδοτεί τα δομικά της κυκλώματα αλλά ως ένας διακριτικός επισκέπτης. Η περιπλάνηση αυτή θα πρέπει να γίνει με αργό ρυθμό και με όλες τις αισθήσεις τεταμένες. Και κυρίως διακριτικά. Η πόλη δεν συμπαθεί τους επισκέπτες που δεν έχουν έρθει για να της προσφέρουν κάτι. Αντιδρά με το ανοσοποιητικό σύστημα ενός ζωντανού οργανισμού που μέσα του κυκλοφορεί κάτι ξένο, κάτι που δεν ακολουθεί τις προδιαγεγραμμένες συμπεριφορές ενός τουρίστα. Αν προσελκύσετε την προσοχή της, η πόλη θα προσπαθήσει να σας αξιολογήσει. Τα αντισώματά της, οι κάτοικοι της που βιώνουν μια υψηλή συχνότητα υπαρξιακής αγωνίας και επομένως είναι οι πλέον αντιδραστικοί σε οτιδήποτε ασυνήθιστο, θα σας πλησιάσουν. Είτε για να σας ζητήσουν κάτι, είτε για να σας κάνουν μια προσφορά. Και αν νιώσουν ότι είστε εχθρικός, θα υποστείτε τις συνέπειες του θυμού που βράζει μέσα τους.
Η πυξίδα σας θα είναι τα πόδια σας, Η αναπνοή σας ο ανιχνευτής των ενεργειών που σας περιβάλλουν. Ο καρδιακός παλμός σας το σύστημα συναγερμού που θα σας προστατεύσει απέναντι στις αισθητές και στις αόρατες επιρροές της. Το μοναδικό σας φορτίο θα πρέπει να είναι η οξυδέρκειά σας ενώ το σώμα σας θα λειτουργεί ως μαγική σφραγίδα, ως ένα sigil.
Κάθε στροφή, κάθε παράκαμψη, δεν θα είναι τυχαία. Θα είναι μια πρόσκληση, μια πρόκληση ενδεχομένως. Εσείς, θα πρέπει να αγκαλιάσετε τις συμπτώσεις που θα εντοπίσετε με εμπιστοσύνη. Εξάλλου, η αναζήτησή σας θα βασίζεται σε μυστικά μοτίβα. Δεν θα επιλέξετε που θέλετε να πάτε, αλλά θα ακολουθείτε την έλξη του κάθε προορισμού. Και καθώς περπατάτε, θα παρατηρείτε: Τα κτίρια που μοιάζουν να γέρνουν ανεπαίσθητα λες και αφουγκράζονται τις άηχες μελωδίες που καιροφυλακτούν ανάμεσα στην κακοφωνία των αυτοκινήτων. Τα παράθυρα που παραμένουν ανοιχτά Δεκέμβριο μήνα για λόγους που μοιάζουν ανεξήγητοι. Τα κακοποιημένα αγάλματα, όλα με τον ίδιο ακριβώς τρόπο. Τους αριθμούς που επαναλαμβάνονται κάθε λίγο και λιγάκι όπως το 11 το 22 ή το 108. Τις γάτες που σας κοιτάνε με αινιγματικό ενδιαφέρον και τους σκύλους που σας πλησιάζουν φιλικά. Τα ονόματα που έχουν σκαλιστεί σε γερασμένα μάρμαρα και ραγισμένες πέτρες. Το μοναχικό δέντρο που φυτρώνει αγέρωχα μέσα απ’ το τσιμέντο.
Όλα αυτά δεν είναι απλά και μόνο αισθητικές εντυπώσεις και καθημερινές εικόνες. Είναι οιωνοί, σημάδια, ίχνη αθέατων ενεργειών. Φανερώνουν τα σημεία όπου η πόλη υποφέρει, τις νεκρές ζώνες της, τα παραμελημένα μνημεία της, τις διασταυρώσεις και τα πεζοδρόμια όπου για κάποιο λόγο ανταλλάσσονται συνεχώς βρισιές και επιθετικά κορναρίσματα ή ξεσπάνε καυγάδες ανάμεσα σε εκνευρισμένους πεζούς. Τα σημεία όπου εκδηλώνεται η συλλογική οργή του αστικού πληθυσμού, όπου προκύπτουν βραχύβιες συνευρέσεις ή ακόμα, όπου όλη την ώρα χάνονται κινητά κλειδιά και πορτοφόλια. Υπάρχουν βέβαια και τα σημεία όπου η πόλη θεραπεύεται: Τα πάρκα για τα οποία δεν μιλάει ποτέ κανείς αλλά που όποιος τα επισκέπτεται νιώθει πιο καλά. Ο δρόμος του οποίο ο φωτισμός είναι πάντα ο ιδανικός, ο μυστικός ακάλυπτος που δεν έχει είσοδο αλλά που κάθε άνοιξη γεμίζει με λουλούδια. Και έτσι, σταδιακά, η πόλη παύει να είναι μια κατοικημένη έκταση και μετατρέπεται σε μια παρουσία. Ο συνειδητοποιημένος επισκέπτης της δεν είναι πλέον απλά και μόνο ένας περιστασιακός της κάτοικος. Μεταμορφώνεται σε κάποιον που μπορεί να την ακούσει. Και εκείνη, για να τον ανταμείψει για την προσπάθειά του αυτή, του αποκαλύπτεται. Του ψιθυρίζει τα δικά της μυστικά. Τη θλίψη και την αγωνία της. Τις μνήμες και τα όνειρά της.
Η μυστική Αθήνα
Η Αθήνα είναι μια πόλη που ξεχειλίζει από μυστικές δυνάμεις. Έχει τόσα πολλά επίπεδα, μια τόσο βαριά και τραυματική ιστορία! Φέρει τόσες πολλές πληγές αλλά επιμένει, συνεχίζει να υπάρχει, να μεταλλάσσεται και να εξελίσσεται. Είναι γεμάτη από κρυφά σημάδια. Κάτω από το τσιμέντο, το μάρμαρο και το γυαλί, την οργή και την ασφυκτική γραφειοκρατία που τη δεσμεύει, μιλά. Η φωνή της γίνεται αισθητή στις ρωγμές ενός πεζοδρομίου, στην καμπύλη μιας περιστρεφόμενης σκάλας, στις σιωπές ανάμεσα στην σειρήνα ενός ασθενοφόρου. Κάποιος μπορεί να ανιχνεύσει την αόρατη ανατομία της ανακαλύπτοντας τα σημεία όπου μαζεύονται τα περιστέρια, όπου κυριαρχεί η σκουριά, όπου ανοίγουν ομοειδή καταστήματα χωρίς κανέναν προφανή λόγο.
Ας προσπαθήσουμε λοιπόν να χαράξουμε ένα χάρτη της Αθήνας χωρίς να χρησιμοποιήσουμε ευθείες και συντεταγμένες αλλά ενέργειες, σύμβολα, και κυρίως, τη διαίσθησή μας. Ας ακολουθήσουμε μια από τις κύριες αρτηρίες της, την οδό Σταδίου που ξεκινάει από την Ομόνοια και καταλήγει στην πλατεία Συντάγματος. Στα δικά μας μάτια δεν θα είναι πλέον απλά ένας δρόμος αλλά ένας τελετουργικός διάδρομος, μια ψυχική φλέβα που πάλλεται με μηνύματα που μας προκαλούν να τα αποκρυπτογραφήσουμε.
Ομόνοια
Ξεκινάμε λοιπόν από την πλατεία Ομονοίας. Το πρώτο πράγμα που θα ανακαλύψουμε είναι ότι το όνομά της έχει χάσει πλέον την επιρροή που ασκούσε κάποτε στην συλλογική μας πραγματικότητα. Η υπαρξιακή κατάσταση στην οποία παραπέμπει, έχει αποκοπεί από τη συλλογική ψυχή της πόλης. Η σημερινή πλατεία είναι θρυμματισμένη, είναι η ραγισμένη καρδιά της Αθήνας, μια χαλασμένη πυξίδα. Δεν είναι πια ένας τόπος ειρήνης αλλά ψυχικής αρπαγής. Είναι ο ραγισμένος καθρέφτης του υποσυνείδητου της πόλης, μια τοπογραφική επικράτεια εκκωφαντικού θορύβου, χαοτικής κυκλοφορίας, συνάθροισης ανθρώπων που δεν τους συνδέει τίποτα απολύτως. Μια δίνη ανυπόφορης έντασης που αδυνατεί να εκτονωθεί.
Ωστόσο, μέσα από την σαρωτική αυτή κατάσταση εκδηλώνεται μια πανίσχυρη δύναμη που παραμένει αγέραστη κάτω απ’ τις φαραωνικές συλλήψεις της επιδεικτικής ισχύος που οικοδομούν οι περιστασιακοί της άρχοντες. Για να την νιώσετε, θα πρέπει να σταθείτε ακίνητοι, όσο γίνεται πιο κοντά στο κέντρο της και να κλείσετε τα μάτια σας. Τότε η ψυχή σας θα πλημμυρίσει από έναν εκκωφαντικό βόμβο που μοιάζει με τ’ αφρισμένα και ορμητικά νερά ενός πελώριου ποταμού που παλεύει να βρει μια διέξοδο. Κάτω από τα πελώρια κτίρια, κάποια απ’ αυτά ύποπτα αφρόντιστα, κάτω απ’ τις γιγάντιες διαφημίσεις των εμπορικών καταστημάτων, κάτω απ’ το πλακόστρωτο που ψήνεται στον ήλιο, στα θεμέλια μεταλλικών καλλιτεχνικών κατασκευών που δεν έχουν κανένα λόγο ύπαρξης, κάτι παράξενο συμβαίνει: Η ενέργεια της πόλης περιστρέφεται. Αναζητά διέξοδο. Πλημμυρίζει τους υπόγειους χώρους του μετρό και παρακινεί τους ανθρώπους να είναι βιαστικοί, αγχωμένοι, πιεσμένοι. Τα νοσηρά της απόνερα αφήνουν έκδηλα ίχνη αποσύνθεσης στους παράδρομους που την περιβάλλουν: Στην δυσωδία των ξεραμένων ούρων που φωλιάζει στις γωνιές τους, πίσω από λινάτσες και τσίγκινα παραπετάσματα κτιρίων που βρίσκονται μονίμως σε κατάσταση επισκευής, στα επιθετικά γκράφιτι, στις ερειπωμένες σιλουέτες των τοξικομανών που διαλύονται στα σταδιακά από την θανατηφόρα έξη που τους έχει κυριεύσει. Εδώ υπάρχει μια βαθιά πληγή. Το νιώθετε.
Τα σημάδια που σας περιβάλλουν είναι άφθονα και προδοτικά: Φώτα σε αχρηστία, κάμερες ασφαλείας που έχουν πάψει να λειτουργούν, σκισμένες αφίσες στερεοποιημένης οργής, πεινασμένα αδέσποτα. Όλα αυτά δεν είναι ενδείξεις παρακμής αλλά προειδοποιήσεις. Προστατευτικοί σηματοδότες που έχει στήσει στο σώμα της η ίδια η Αθήνα για όποιον ξέρει να τα βλέπει.Η Ομόνοια του τιθασευμένου ύδατος που περιβάλλεται από άψυχες προσόψεις τυφλών κτιρίων και πύργους από τσιμέντο και γυαλί-μια επικράτεια παραμορφωμένης αρμονίας.
Το μεταλλικό έργο τέχνης που υψώνεται στην καρδιά της μοιάζει με σκελετωμένο οβελίσκο δίχως σάρκα και ψυχή. Τα κυκλικά κενά που το στολίζουν, παραπέμπουν σε μια χαμένη ολότητα, σε περάσματα που δεν βγάζουν πουθενά. Μοιάζουν με ψυχικά τραύματα που αιωρούνται στο κενό.
Τα μαρμάρινα αυτά εξογκώματα περιμένουν ακόμα το νερό που δεν κύλησε ποτέ. Συνθέτουν μια επιθετική γεωμετρία, μια απόπειρα ελέγχου της ροής, της κίνησης, της φύσης. 
Ωστόσο, το αγριολούλουδο που φυτρώνει ανάμεσα τους επιμένει. Διακηρύσσει την επιστροφή της ελεύθερης ζωής. Η φύση αντιτάσσεται στις διώξεις του ανθρώπου και τελικά νικά. Ένα μικρό θαύμα που αναβλύζει στην καυτή έρημο της άψυχης πλατείας..
Ένας διάδρομος τεχνητού φωτός και δαμασμένων ελαιόδεντρων. Αυτή η είσοδος καινοφανούς (αλλά και κενό-φανούς) ξενοδοχείου, είναι μοντέρνα και αποστειρωμένη. Λειτουργεί σαν το ψεύτικο κατώφλι μιας απατηλής τελετουργίας. Τα ελαιόδεντρα, περιορισμένα σε μεγάλες γλάστρες, τοποθετημένα σύμφωνα με τις επιταγές μιας επιδεικτικής συμμετρίας, τα σφαιρικά φώτα που θυμίζουν πλανήτες και ήλιους επίπλαστων ηδονών, δεν έχουν ψυχή. Δεν κρύβουν κανένα νόημα. Απλά μιμούνται. Κανένα μυστήριο δεν φωλιάζει στο ελεγχόμενο περιβάλλον που πασχίζουν να συνθέσουν.
Τα στερεοποιημένα ρεύματα μιας πολύχρονης οργής. Αισθητικός βανδαλισμός αλλά και αποτύπωση της συλλογικής ψυχής μιας πόλης που παλεύει να βρει το μονοπάτι προς το μέλλον.
Συνεχίζουμε τον περίπατό μας στην Οδό Σταδίου: Έναν αστικό διάδρομο όπου κατευθύνεται η υπερχειλίζουσα ενέργεια της πλατείας. Καθώς περπατάτε στο πεζοδρόμιο της και αναρίθμητα αυτοκίνητα σας προσπερνούν με τις θορυβώδεις μηχανές τους να ξερνάνε καψαλισμένους υδρογονάνθρακες, ανακαλύπτετε ότι η ένταση που είχατε νιώσει στην Ομόνοια, παραμένει.
Τώρα διασχίζετε λιμνάζοντα ρεύματα εξουσίας, αποτυπώματα ιστορικής μνήμης που έχουν εντυπωθεί στις προσόψεις παλαιικών κτιρίων με προσόψεις που είναι σημαδεμένες από τα θυμωμένα κύματα μαζικών διαμαρτυριών. Αυτός ο δρόμος μόνο ουδέτερος δεν είναι. Έχει απορροφήσει αναρίθμητες κιλοβατόρες οργής, αντίστασης, ιστορίας. Πλαισιώνεται από γραφεία, προσόψεις πολυώροφων κτιρίων περασμένων εποχών-προσώπων της πόλης, καταστήματα, κάποια κλειστά και άλλα καινούργια, σαν σπόροι που ψάχνουν να ριζώσουν. Το μάτι σας εξερευνά έναν ωκεανό από graffiti που μοιάζουν με κηλίδες αλλεργικών αντιδράσεων. Κάποια απ’ τα εγκαταλειμμένα νεοκλασικά της κτίρια μοιάζουν με ερείπια που αρνούνται να παραδοθούν στη λήθη. Στο σημείο όπου η Πανεπιστημίου συναντά την Αιόλου, η ενέργεια του δρόμου γίνεται ακόμα πιο έντονη. Εκεί έχει εδραιωθεί ένα πανίσχυρο σταυροδρόμι όπου συλλογικές και προσωπικές ιστορίες ζωής αναμειγνύονται. Είναι το σημείο όπου λαμβάνονται οριακές αποφάσεις και παραμονεύουν κατώφλια υπαρξιακής μετάλλαξης.
Τα σημάδια της μεταβατικότητας είναι άφθονα: Κτίρια που ανακαινίζονται επί δεκαετίες και παραμένουν εγκλωβισμένα σε ενδιάμεσους κόσμους ακινητοποιημένης φθοράς, αυτοσχέδια σύμβολα και σχέδια στους τοίχους που επαναλαμβάνονται ξανά και ξανά, πόρτες κτιρίων που μοιάζουν ασυνήθιστα σκοτεινές και σιωπηλές. Τυφλά παράθυρα καλυμμένα με αντανακλαστική μεμβράνη. Εδώ περπατάτε μέσα σε μια φασματική φλέβα της Αθήνας όπου οι ενδιάμεσοι κόσμοι συναντιόνται και κάποιες φορές, συγκρούονται. Γύρω σας θα προσέξετε προσόψεις νεοκλασικών κτιρίων που τα απογυμνώνει ο χρόνος. Μπρουταλιστικές πλάτες τσιμεντένιων κτιριακών συγκροτημάτων που οριοθετούν αθέατους ακάλυπτους. Αποτυπώματα επιγραφών, απομεινάρια εξαφανισμένων επιχειρήσεων, ψίθυροι που διαπερνούν τα πέπλα του χρόνου και αφηγούνται ιστορίες στοιχειωμένων φιλοδοξιών και επώδυνών απουσιών. Σας περιβάλλουν αστικά απολιθώματα.
Ο σταυρός με τα γράμματα IC XC NIKA (Ιησούς Χριστός Νικά) πάνω από ένα προκλητικό και σύμβολο φτερωτών γεννητικών οργάνων δημιουργεί την εικόνα μιας πνευματικής ιεραρχίας υπό κατάρρευση. Μια προστατευτική σφραγίδα, ένα talisman, που έχει εντυπωθεί στο δέρμα της πόλης συνυπάρχει με το χάος. Εκφράζει μια έλλειψη συντονισμού και ισορροπίας, μια καταστροφή της ψυχοδυναμικής δομής του χώρου. Σύμβολα που αντιπαραβάλλονται φαινομενικά τυχαία, και εκπέμπουν μια ανυπόφορη ένταση.
Τα δυο αυτά άστρα του Δαβίδ, ζωγραφισμένα με το χέρι, ίσως εκφράζουν μια ασυνείδητη επίκληση για προστασία, μια έκκληση προς τον πνευματικό κόσμο για την εστίαση της προσοχής του στο συγκεκριμένο σημείο. Ίσως πάλι κάποιος, εντελώς συνειδητά, ν’ αποφάσισε να σημαδέψει εκείνο το κατώφλι, να το τονίσει τη σημασία του σε εκείνους τους λίγους που μιλούν τη μυστική λαλιά της πόλης.
Επαναλαμβανόμενα σημάδια κατά μήκος της οδού Σταδίου. Σύμπτωμα κάποιας μορφής συμπύκνωσης, υπερχειλίζουσας έντασης ή οριοθέτησης ενός χώρου που χαρακτηρίζεται από μια έκδηλη αστάθεια.

Η παρουσία των αστέγων είναι πάντα ενδεικτική ως προς την ύπαρξη κάποιων βαθύτερων επιπέδων των δυναμικών μιας πόλης. Τι τους κάνει να επιλέξουν τα συγκεκριμένα σημεία; Πως αντιλαμβάνεται το περιβάλλον του ένας άνθρωπος που έχει χάσει κάθε δεσμό με τον μηχανισμό που διατηρεί όλους τους άλλους κλεισμένους μέσα σε τακτοποιημένα αντιληπτικά πεδία;


Πλατεία Κλαυθμώνος
Πλατεία Κλαυθμώνος: Ή αλλιώς, η μεταβατική Πλατεία του Θρήνου. Αν και μοιάζει απέριττη και δωρική στην απλότητά της, είναι φορτισμένη με τεράστια ποσά συναισθηματικής ενέργειας: Εδώ μαζεύονταν οι εκατοντάδες, ίσως και χιλιάδες άνθρωποι που έμεναν άνεργοι από τη μια στιγμή στην άλλη, κάθε φορά που άλλαζε κυβέρνηση η χώρα. Το όνομα της εξάλλου υπενθυμίζει εκείνη την σκοτεινή πραγματικότητα που τώρα έχει παρέλθει δίχως ωστόσο να αντικατασταθεί από κάποια μεταγενέστερη λυτρωτική κατάσταση. Υπήρξε χώρος υπαρξιακού αδιέξοδου και ψυχικής αγωνίας.
Για να νιώσετε τους αντίλαλους των μαζικών εκρήξεων του θυμού, της θλίψης, της αγωνίας και της οργής που χρωμάτισαν την ψυχική της αύρα, δεν έχετε παρά να καθίσετε σε κάποιο από τα λιγοστά παγκάκια της και να παρατηρήσετε το γύρω χώρο. Παρατηρείστε τα περιστέρια, τον άνεμο, τους περαστικούς που κάποιες φορές σταματούν να κινούνται για λίγο, χωρίς προφανή λόγο. Την περίεργη σιωπή που απλώνει πότε-πότε τα άηχα φτερά της. Μοιάζει με αθόρυβη αναπνοή που γεφυρώνει το χάσμα ανάμεσα σε δύο διαχωρισμένους κόσμους. Αναλογιστείτε το πως μαζεύει κόσμο μόνο όταν διοργανώνονται εκθέσεις εκεί, το πως παραμένει κενή τον υπόλοιπο καιρό, λες και η συσσωρευμένη ψυχική ενέργεια όλων εκείνων των ανθρώπων την έχει κάνει ενοχλητικά απωθητική. Το πέπλο είναι λεπτό μέσα στην ερημική της επικράτεια. Κάποια φώτα αναβοσβήνουν χωρίς λόγο, κάποιοι άνθρωποι κοντοστέκονται και μιλάνε στα κινητά τους τηλέφωνα νευρικά, τα παγκάκια της δεν είναι τόσο αναπαυτικά όσο θα περίμενε κανείς.
Σύνταγμα
Πλατεία Συντάγματος: Τώρα προσεγγίζουμε τον τόπο των τελετουργικών προσωπείων της εξουσίας. Εδώ βρίσκεται το στέμμα της Αθήνας. Οι μυητικές αίθουσες των πομπωδών ψευδαισθήσεων. Εδώ συχνάζουν ανήθικοι πολιτικοί, φιλόδοξα κυβερνητικά στελέχη, μάζες βαριεστημένων τουριστών. Εδώ διοργανώνονται οι τελετές των συλλογικών και των ατομικών επιβεβαιώσεων. Εδώ καταλήγουν οι πολιτικές συγκεντρώσεις και οι πορείες διαμαρτυρίας. Εκ πρώτης όψεως, ο χώρος μοιάζει κενός και ψεύτικος, σκηνοθετημένος σαν τη βιτρίνα ενός πελώριου πολυκαταστήματος: Τα αστικά αγάλματα ενός εξιδανικευμένου παρελθόντος στέκονται σε βάθρα που με τη σειρά τους στηρίζονται στα μαρμάρινα πλακόστρωτα μιας εισαγόμενης αρχοντιάς. Κάθε χρόνο, το τελετουργικό στήσιμο ενός χριστουγεννιάτικου δέντρου που αργοπεθαίνει, σηματοδοτεί το χειμερινό ηλιοστάσιο και την αλλαγή του χρόνου και παρελάσεις πατριωτικού περιεχομένου επιβεβαιώνουν την συλλογική διαφοροποίηση μας προς τους άλλους. Αλλά πίσω απ’ όλα αυτά κρύβεται και κάτι άλλο: Κάτι πιο βαθύ και πιο παράξενο: Εκεί, ο χρόνος αναδιπλώνεται. Το μνημείο του Άγνωστου στρατιώτη είναι μια μαγική σφραγίδα, ένα διαχρονικό sigil που κανείς δεν τολμά να βεβηλώσει. Οι ρυθμικές κινήσεις των Ευζώνων συνθέτουν μια τελετουργία, μια χορογραφία συλλογικής μνήμης και απώλειας. Σταθείτε μπροστά απ’ το κτίριο της Βουλής. Αφουγκραστείτε, όχι μόνο με τα αυτιά σας αλλά με όλο σας το σώμα. Θα νιώσετε πανίσχυρα ρεύματα να κινούνται κάτω από τα μαρμάρινα πλακόστρωτα. Αφήστε τα να σας μιλήσουν. Παρατηρείστε το μεγαλείο των πανύψηλων δέντρων που επιμένουν να ζουν, την επιβλητική τους συμμετρία, τις βραχύβιες σιωπές που κάποιες στιγμές θα σας τυλίξουν, τα πρόσωπα των αγαλμάτων που κανείς δεν θέλει να κοιτάξει. Εδώ η πόλη ολοκληρώνει τον εαυτό της, όχι με ειρηνικά δημοψηφίσματα αλλά με βίαιες αντιπαραθέσεις. Εδώ φωλιάζει η ψυχή της.
Η αποκάλυψη
Και τώρα, σταθείτε στην κορφή των σκαλοπατιών που οδηγούν στο κτίριο της Βουλής και κοιτάξτε προς το μέρος όπου ξεκινήσατε την διαδρομή σας. Θα ανακαλύψετε ότι η οδός Σταδίου, αυτός ο δρόμος που ξετυλίγεται ανάμεσα στην Ομόνοια και στο Σύνταγμα δεν είναι ευθύγραμμος. Στην πραγματικότητα αποτελεί το τμήμα μιας γιγαντιαίας σπείρας. Τώρα ξέρετε ότι δεν διασχίσατε μια αστική οδό αλλά μια τελετουργική λεωφόρο. Και έτσι νιώθετε πως έχετε το δικαίωμα να ψιθυρίσετε:
«Αθήνα, σε είδα. Περπάτησα μέσα στις πάλλουσες αρτηρίες σου. Μίλησε σε παρακαλώ μέσα από μένα».
Και μετά ξαναρχίστε να κινείστε. Αν νιώσετε ξαφνικά μια ανεξήγητη συγκίνηση, μια ψυχική ανάταση, φωτογραφίστε το περιβάλλον σας. Τους τοίχους με τα γκράφιτι, τα παλιά κτίρια, τα φθαρμένα πεζοδρόμια που έχουν σημαδευτεί από τα βήματα αναρίθμητων περαστικών. Αναζητήστε την ομορφιά που είναι γραφτό να ξεπηδήσει μπροστά σας απροσδόκητα.
Και τότε, ίσως ανακαλύψετε ότι έχετε αγαπήσει την Αθήνα. Και ότι σας έχει αγαπήσει και αυτή.