Το καταραμένο σχολείο
Το Villa de las Niñas (η πόλη των κοριτσιών), είναι ένα σχολείο θηλέων της Καθολικής εκκλησίας που φιλοξενεί κορίτσια από πολύ φτωχές οικογένειες του Μεξικού. Βρίσκεται κοντά στην Πόλη του Μεξικού, στο δημοτικό διαμέρισμα του Chalco και προσφέρει στις μαθήτριές του μια καλή εκπαίδευση, δωρεάν φαγητό, στέγη και ρούχα καθώς και την ελπίδα της απόδρασης από τη ζωή της εξαθλίωσης και της περιθωριοποίησης που συνεπάγεται η ταπεινή καταγωγή τους. Τα εδάφη του καλύπτουν μια έκταση γης 80 εκταρίων όπου περιποιημένοι κήποι, στολισμένοι με αγάλματα του Ιησού και της Παρθένου Μαρίας, απλώνονται ανάμεσα σε αχανείς κοιτώνες, γυμναστήρια και αίθουσες διδασκαλίας. Για λόγους ασφαλείας, το όλο συγκρότημα περιβάλλεται από ένα ψηλό τοίχο με αγκαθωτό συρματόπλεγμα. Η ζωή των μαθητριών του είναι πολύ οργανωμένη και τακτική καθώς λειτουργεί σύμφωνα με τους αυστηρούς κανονισμούς που έχει θεσπίσει το γυναικείο θρησκευτικό Τάγμα «Sisters of Mary» που έχει την έδρα του στη Νότιο Κορέα. Οι κανονισμοί αυτοί είναι σχεδιασμένοι κατά τρόπο τέτοιο ώστε να διασφαλίζουν την σωματική και κυρίως την ηθική ασφάλεια των μαθητριών του.
Ωστόσο, από τον Οκτώβριο του 2006 έως τα τέλη του 2007, το καλοκουρδισμένο αυτό σχολείο συγκλονίστηκε συθέμελα. Εκατοντάδες μαθήτριές αρρώσταιναν μυστηριωδώς, η μια μετά την άλλη υπέφεραν από ναυτία και εμετούς, έβλεπαν σκοτεινές σκιές και φριχτά οράματα αιματοβαμμένων μωρών με κόκκινα μάτια και νεκρών κοριτσιών ενώ παρέλυαν σταδιακά από τη μέση και κάτω, νιώθοντας αφόρητους πόνους στα πόδια στη μέση και στην πλάτη. Κάποιες απειλούσαν ότι θ’ αυτοκτονήσουν.
Κρατικοί και ομοσπονδιακοί επιθεωρητές καθώς και επιδημιολόγοι που έλεγξαν το περιβάλλον του σχολείου, τα τρόφιμα, το νερό ακόμα και το έδαφος, δεν εντόπισαν κάτι ασυνήθιστο. Οι ιατρικές εξετάσεις των κοριτσιών έδειχναν ότι ήταν υγιέστατα. Τελικά, η ομοσπονδιακή κυβέρνηση του Μεξικού διόρισε μια πιστοποιημένη ψυχίατρο, την Nashyiela Loa Zavala η οποία εξέτασε τα κορίτσια ένα-ένα, μίλησε μαζί τους διεξοδικά και κατέθεσε μια αναφορά που αποκάλυψε μια πολύ παράξενη και ανατριχιαστική ιστορία:
Η πηγή του κακού
Κατά τα φαινόμενα, υπεύθυνη για το κακό που είχε ξεσπάσει ήταν μια δεκατετράχρονη μαθήτρια, η Maria. Όντας πολύ όμορφη και δυναμική, είχε ηγετικά προσόντα και ασκούσε μεγάλη επιρροή στις συμμαθήτριες της. Η Maria ήταν κόρη μιας γυναίκας η οποία φημολογούταν ότι ήταν μάγισσα. Κατά τη διάρκεια μιας εκπαιδευτικής εκδρομής στο Καθολικού Πανεπιστήμιο του Anáhuac που βρίσκεται στο κεντρικό Μεξικό είχε βρει ένα περιοδικό που περιείχε τις οδηγίες κατασκευής ενός Ouija board, ενός αντικειμένου που χρησιμοποιείται ως μέσο επικοινωνίας με πνεύματα νεκρών.
Η Maria αποφάσισε να κατασκευάσει το δικό της Ouija board. Μαζί με κάποια άλλα κορίτσια του κοιτώνα της άρχισε να πειραματίζεται μαζί του αργά τη νύχτα, στην ταράτσα του κοιτώνα, όταν έσβηναν τα φώτα. Πριν περάσει πολύ καιρός, κάποια από τα κορίτσια του σχολείου άρχισαν να έχουν ορισμένες πολύ παράξενες εμπειρίες. Για παράδειγμα, μια κοπέλα που μια νύχτα πήγε στην τουαλέτα και ήταν μόνη, άκουσε ήχο βημάτων και κάποιον να τραβάει ένα καζανάκι με αποτέλεσμα να το βάλει στα πόδια έντρομη.
Την άνοιξη του 2006 ξεκίνησαν οι ετήσιοι αγώνες μπάσκετ κατά τη διάρκεια των οποίων, ομάδες μαθητριών από διαφορετικούς κοιτώνες διαγωνίζονταν μεταξύ τους για το τελικό βραβείο. Η Maria αποφάσισε να χρησιμοποιήσει την επικοινωνία που είχε αναπτύξει με τα πνεύματα των νεκρών για να επηρεάσει το αποτέλεσμα των αγώνων. Τους ζήτησε λοιπόν να κερδίσει η ομάδα της φίλη της της Liz. Και όντως, αυτό ακριβώς συνέβη.
Όπως ήταν φυσικό, ύστερα από αυτό το γεγονός οι φήμες για τις μαγικές δυνάμεις της Maria απλώθηκαν σε όλο το σχολείο. Κάποια στιγμή, η διευθύντρια του, η αδελφή Cheong έμαθε τα καθέκαστα και αποφάσισε να χτυπήσει το κακό στη ρίζα του:
Έστειλε μια καλόγρια ν’ ανακρίνει τη Maria, η οποία αρνήθηκε τις κατηγορίες μέχρι που κάτω από το στρώμα της βρέθηκε το επίμαχο Ouija board. Η νεαρή Maria ένιωσε πολύ αδικημένη από αυτή την ιστορία. Γιατί να κατηγορηθεί μόνο αυτή εφόσον και άλλα κορίτσια είχαν παίξει με το Ouija; Αλλά η διευθύντρια του σχολείου ήταν ανένδοτη. Το σχολείο έπρεπε να απαλλαγεί απ’ τη νεαρή μάγισσα. Έτσι λοιπόν, και παρά τις έντονες διαμαρτυρίες της, αποβλήθηκε από το σχολείο οριστικά και αμετάκλητα. Αλλά η αδικημένη κοπέλα ήταν αποφασισμένη να έχει αυτή τον τελευταίο λόγο:
Όταν απομακρύνθηκε απ’ τον κοιτώνα της με σκοπό να απομονωθεί σ’ ένα δωμάτιο, μακριά απ’ τα υπόλοιπα κορίτσια, ξαφνικά φύσηξε ένα παράξενος «άνεμος» που έκλεισε με δύναμη μια πόρτα. Καθώς έκλεινε, ακρωτηρίασε ένα απ’ τα δάχτυλα της Maria με αποτέλεσμα να ραντιστεί με αίμα ολόκληρο το δωμάτιο. Βασικά απλώθηκε παντού αίμα όπως δήλωσαν αργότερα οι μαθήτριες-μάρτυρες του γεγονότος…
Η κατάρα της Μαρίας
Και τότε η Maria έριξε την κατάρα της. Οι ακριβείς λέξεις που χρησιμοποίησε δεν έχουν έγιναν ποτέ γνωστές ωστόσο τα λόγια της απλώθηκαν σαν πυρκαγιά σε όλο το σχολείο και οι πάντες έμαθαν για αυτά. Μέσες άκρες, φαίνεται να φώναξε το εξής:
«Η κάθε μια από εσάς που με κατηγόρησε ή σκέφτηκε άσχημα πράγματα για μένα θα αρρωστήσει. Τα πόδια σας θα σακατευτούν. Δεν θα μπορείτε να περπατήσετε. Θα είστε καταραμένες!»
….και μετά ξέσπασε η παράξενη επιδημία. Πολλές μαθήτριες περιήλθαν σε μια κατάσταση στην οποία δεν μπορούσαν να ξεχωρίσουν τους εφιάλτες και τις παραισθήσεις τους από την πραγματικότητα. Μια ατμόσφαιρα τρόμου είχε απλωθεί παντού. Οι αναφορές για την εμφάνιση φαντασμάτων και οπτασιών στους διαδρόμους και τις αίθουσες του σχολείου είχαν εξελιχθεί σε επιδημία. «Ήταν κάτι συνεχόμενο» έγγραψε η Loa Zavala στην αναφορά της, «Οι μαθήτριες άκουγαν παιδικά κλάματα και έβλεπαν μαύρες σιλουέτες στο σκοτάδι. Κάποιες φορές έβλεπαν κρεμασμένα κορίτσια να αιωρούνται στο κενό, στους διαδρόμους του σχολείου». Επιπλέον, κυκλοφορούσε η φήμη ότι μέσα στο σχολείο είχε πεθάνει ένα κορίτσι 12 ετών από μια αρρώστια που την έκανε να αιμορραγεί από το στόμα. Τώρα λοιπόν το νεκρό κορίτσι εμφανιζόταν και πάλι ντυμένο στα λευκά, με το πρόσωπό της καλυμμένο με αίμα.
Η μαζική υστερία
Ανάμεσα στον Οκτώβριο του 2006 και τον Ιούνιο του 2007 πάνω από 500 μαθήτριες, μια δασκάλα και κάποιες μητέρες των παιδιών αρρώστησαν. Τριακόσια από τα κορίτσια επέστρεψαν μόνιμα στα σπίτια τους. Η διευθύντρια του σχολείου, η αδελφή Cheong πανικοβλήθηκε. Αρχικά κάλεσε έναν ιερέα να εκτελέσει μια τελετουργία εξορκισμού η οποία δεν είχε καμία απολύτως επιτυχία. Στη συνέχεια, κατά το αποκορύφωμα της επιδημίας, τον Μάρτιο του 2007, αποφάσισε να επισκεφτεί η ίδια την οικογένεια της Maria για ν’ αναστραφεί η κατάρα. Ωστόσο, μετά την αποβολή της από το σχολείο, η Maria και η οικογένειά της είχαν μετοικίσει στη Veracruz δίχως να ενημερώσουν κανέναν για την επόμενη διεύθυνσή τους. Έτσι λοιπόν, τα ίχνη τους χάθηκαν για πάντα.
Τα άπλυτα στη φόρα…
Κάποια στιγμή, τα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης άκουσαν την όλη ιστορία. Τηλεοπτικά συνεργεία εξοπλισμένα με κάμερες κατέφτασαν και απαίτησαν να μπουν στο σχολείο. Φοβισμένοι γονείς έρχονταν για να πάρουν τα παιδιά τους ενώ δεν έλειψαν και οι καταγγελίες για τις σκληρές συνθήκες ζωής των κοριτσιών.
Οι κατηγορίες αυτές δεν ήταν ολότελα αβάσιμες: Οι κανονισμοί του σχολείου ήταν πολλοί και ακραίοι στην αυστηρότητά τους. Για παράδειγμα, δεν επιτρεπόταν στις μαθήτριες να βλέπουν τηλεόραση, να διαβάζουν περιοδικά ή ν’ ακούν ραδιόφωνο. Έπρεπε να φοράνε πανομοιότυπες στολές, να έχουν το ίδιο κούρεμα και να τρώνε το ίδιο φαγητό. Μπορούσαν να γιορτάζουν τα γενέθλιά τους μόνο την ημέρα που γιορταζόταν η επέτειος της ίδρυσης του σχολείου, κάθε Αύγουστο. Τους επιτρεπόταν να επιστρέψουν στα σπίτια τους για δυο συνεχόμενες βδομάδες μόνο κάθε καλοκαίρι και κάθε Χριστούγεννα. Στο μεταξύ, δεν τους επιτρεπόταν να τηλεφωνούν στις οικογένειές τους και αν και είχαν το δικαίωμα να παραλαμβάνουν επιστολές δεν τους επιτρεπόταν να γράφουν απαντήσεις. Ακόμα χειρότερα, κάθε είδους οικειότητα ανάμεσα σε μαθήτριες ή ανάμεσα σε μαθήτριες και στο προσωπικό απαγορευόταν ρητά. Το ίδιο ίσχυε και για κάθε είδους σωματικής επαφής…
Επίσης, κάθε φορά που επέστρεφαν στο σχολείο από τις διακοπές τους υφίσταντο μια εξευτελιστική μεταχείριση: Οι καλόγριες-δασκάλες τους, τις έβαζαν να στοιχηθούν σε σειρές και περπατούσαν ανάμεσά τους, σήκωναν τις φούστες τους, έλεγχαν το εσωτερικό των παπουτσιών τους και τα βιβλία τους για να σιγουρευτούν ότι δεν είχαν φέρει μαζί τους κάτι απρεπές ενώ δεν δίσταζαν να ελέγχουν τα εσώρουχα τους, ακόμα και όταν κάποια από τα κορίτσια τους έλεγαν ότι είχαν περίοδο. Τους έπαιρναν τις φωτογραφίες των γονιών και των αδελφιών τους που είχαν φέρει μαζί τους ενώ εξέταζαν τις μασχάλες, πρόσωπα, τα στήθη και τα χέρια τους για να βεβαιωθούν ότι δεν είχαν κάνει αποτρίχωση ή τατουάζ. Όσα από τα κορίτσια παραβίαζαν αυτούς τους κανόνες, αποβάλλονταν αυτόματα από το σχολείο και έμπαιναν στα λεωφορεία της επιστροφής για τα σπίτια τους.
Ιδιαίτερα σκληρός ήταν επίσης και ο τρόπος με τον οποίο εντάσσονταν στο περιβάλλον του σχολείου: Οι καινούργιες μαθήτριες δεν επιτρεπόταν να φέρνουν τίποτα μαζί τους, ούτε ρούχα, ούτε κινητά τηλέφωνα, ούτε κοσμήματα, ούτε καν μια φωτογραφία της μητέρας τους. Μόνο τα ρούχα που φορούσαν. Οι καλόγριες τις έβαζαν να στοιχηθούν σε δυο σειρές μπροστά σ’ ένα μεγάλο γυμναστήριο και μετά τις έβαζαν στο εσωτερικό του. Εκεί μέσα υπήρχαν πολλά μικρά δωμάτια μέσα στα οποία έπρεπε να βγάλουν τα ρούχα τους και να τα αφήσουν στο πάτωμα. Στη συνέχεια παραλάμβαναν ένα λευκό πουκάμισο, μια μακριά μπλε φούστα και παπούτσια του τένις. Ύστερα οι καλόγριες έγραφαν με στυλό στο χέρι του κάθε νεοφερμένου κοριτσιού το όνομα του κοιτώνα και τον όροφο στον οποίο θα έπρεπε να πάει. Εκεί πέρα τις έβαζαν σε μεγάλα δωμάτια με πολλές σειρές από τριώροφες κουκέτες εκ των οποίων αυτές που ήταν πιο ψηλά βρισκόταν πολύ κοντά στο ταβάνι. Στη συνέχεια τα φώτα έσβηναν, στις εννέα η ώρα κάθε βράδι.
Σε όλες τις αίθουσες του σχολείου καθώς και στους διαδρόμους του. υπήρχαν κρεμασμένες φωτογραφίες του ιδρυτή του, του Aloysius Schwartz ο οποίος ήταν ένας Αμερικανός ιερέας που είχε πάει στην Νότια Κορέα του 1957. Εκεί είχε φτιάξει ένα ορφανοτροφείο και τελικά είχε ιδρύσει το πρώτο σχολείο για αγόρια και το πρώτο σχολείο για κορίτσια αυτού του τύπου στις Φιλιππίνες το 1985. Στόχος του ήταν να παρέχει ένα καλύτερο μέλλον σε παιδιά από πολύ φτωχές οικογένειες και έτσι ήρθε σε συμφωνία με το γυναικείο μοναστικό τάγμα των «Sisters of Mary». Μαζί είχαν χτίσει ένα δίκτυο σχολείων που εκπαίδευε πάνω από 20.000 μαθητές σε 15 τοποθεσίες ανά τον κόσμο.
Η μεταχείριση των μαθητριών του σχολείου έμοιαζε ειδικά σχεδιασμένη ώστε όχι μόνο να τις αποκόψει από κάθε δεσμό που είχαν με τον έξω κόσμο αλλά και να εξαφανίσει τις προσωπικότητες τους, προκειμένου να μετατραπούν σε υποδείγματα αρετής και αγνότητας, σύμφωνα πάντα με τα κριτήρια των λειτουργών του. Εξάλλου, τα περισσότερα από εκείνα τα άτυχα παιδιά προέρχονταν από ιδιαίτερα δυσλειτουργικές οικογένειες. Κάποια είχαν πέσει θύματα ενδοοικογενειακής βίας και σεξουαλικής κακοποίησης ενώ όλα είχαν μεγαλώσει σε περιβάλλοντα ακραίας φτώχειας όπου ακόμα και η επιβίωσή τους ήταν επισφαλής.
Στο μεταξύ, η Loa Zavala, η ψυχίατρος που ερευνούσε την παράξενη αυτή ιστορία, άρχισε και αυτή να βλέπει εφιάλτες, έχοντας επηρεαστεί κατά πάσα πιθανότητα από τις αφηγήσεις των κοριτσιών αλλά και από όσα μάθαινε για τα δυσλειτουργικά οικογενειακά περιβάλλοντα τους. Δεν ήταν βέβαια η μόνη. Πολλές από τις μαθήτριες που κοιμόνταν στον κοιτώνα της Maria την έβλεπαν στον ύπνο της να καίγεται, περικυκλωμένη από φλόγες, να γελάει και να τους λέει ότι θα αρρώσταιναν και αυτές γιατί την είχαν κατηγορήσει άδικα. Σταδιακά μάλιστα, καθώς περνούσε κάθε μέρα μιλώντας με τα κορίτσια και ακούγοντας τις εμπειρίες τους, άρχισε και εκείνη να νιώθει πόνους στα πόδια. Επίσης είχε την εντύπωση ότι οι καλόγριες του σχολείου παρακολουθούσαν κρυφά τις συζητήσεις της μαζί τους.
Κάποιοι στιγμή ωστόσο, οι μαθήτριες του σχολείου συνήλθαν και τα συμπτώματά τους εξαφανίστηκαν. Σύμφωνα με την τελική αναφορά της Loa Zavala αλλά και άλλων γιατρών, είχαν προσβληθεί από μια «ψυχογενής διαταραχή κινητικότητας που συνάδει με το φαινόμενο της Μαζικής υστερίας».
Το ψυχολογικό υπόβαθρο του φαινομένου
Η μαζική υστερία παραμένει ιατρικό μυστήριο. Στα τέλη του 19ου αιώνα πάντως, ο Sigmund Freud, πρότεινε για πρώτη φορά ότι ένα ψυχολογικό τραύμα μπορεί να εκδηλωθεί ως σωματικό σύμπτωμα που για να ξεπεραστεί πρέπει να διερευνηθούν οι καταπιεσμένες αναμνήσεις και τα ψυχικά τραύματα του ασθενούς. Όταν τα ψυχικά αυτά τραύματα είναι συλλογικά, οι σωματικές τους εκδηλώσεις εκδηλώνονται ως μυστηριώδεις επιδημίες.
Υπάρχουν πολλά σχετικά παραδείγματα: Η πανούκλα του χορού του 1518, όταν μια γυναίκα η Frau Troffea άρχισε να χορεύει έξαλλα στους δρόμους του Στρασβούργου χωρίς εμφανή λόγο με αποτέλεσμα, τις μέρες και τις εβδομάδες που ακολούθησαν εκατοντάδες άλλοι άνθρωποι να τη μιμηθούν, ορισμένοι μέχρι θανάτου, θεωρείται ότι πυροδοτήθηκε από τον μαζικό τρόμο του αφανισμού που βασάνιζε τους κατοίκους της Ευρωπαϊκής αυτής πόλης σε μια εποχή πολέμων και επιδημιών. Το 1962, στην σημερινή Τανζανία, σ’ ένα σχολείο θηλέων Γερμανικής εποπτείας ξέσπασε μια επιδημία γέλιου. Η επιδημία που ονομάστηκε Tanganyika laughter epidemic ξεκίνησε όταν κάποια μαθήτρια είπε κάτι αστείο που προκάλεσε τα γέλια των συμμαθητών της. Το γέλιο αυτό εξαπλώθηκε τόσο πολύ που το σχολείο αναγκάστηκε να κλείσει. Στο μεταξύ χιλιάδες άνθρωποι γελούσαν χωρίς λόγο στους δρόμους για ολόκληρες μέρες. Το 1988, σε μια στρατιωτική βάση του San Diego, για δώδεκα ώρες, πολλοί στρατιώτες παρουσίασαν σοβαρά αναπνευστικά προβλήματα που περιλάμβαναν άσχημο βήχα, πόνους στο στήθος και ζαλάδες. Εκατοντάδες νεοσύλλεκτοι που εκκενώθηκαν από τους στρατώνες της Βάσης, εξετάστηκαν ιατρικά. Κάποιοι κατέληξαν στο νοσοκομείο. Το φαγητό το νερό και ο αέρας που κατανάλωναν βρέθηκαν φυσιολογικά και κανείς δεν κατάφερε να εντοπίσει ποτέ το πραγματικό αίτιο εκείνης της ανεξήγητης επιδημίας έως ότου εκείνη υποχώρησε από μόνη της.
Στην αναφορά που δημοσίευσε η Loa Zavala το 2010, στην International Journal of Psychoanalysis.» διατυπώνει την άποψη ότι «Τα σώματα των κοριτσιών χρειαζόταν να εκφραστούν. Μέσα από αυτά τα συμπτώματα προσπαθούσαν να μας πουν κάτι, προσπαθούσαν να προκαλέσουν μια αλλαγή».
Ίσως να έχει δίκιο. Το σχολικό περιβάλλον όπου καλούνταν να επιβιώσουν αυτές οι ταλαιπωρημένες κοπέλες ήταν πολύ σκληρό και ασφυκτικό. Οι περισσότερες, αν όχι όλες, είχαν αποδράσει μεν από τους τρόμους του οικογενειακού τους περιβάλλοντος και του έξω κόσμου αλλά είχαν βρεθεί αντιμέτωπες με μια άκαμπτη και ισοπεδωτική πραγματικότητα και μάλιστα ενώ υφίστατο την εκρηκτικά μεταβατική περίοδο της εφηβείας, όταν η πιο επείγουσα ανάγκη τους ήταν να εκφραστούν ελεύθερα. Οι ψυχοσωματικές εντάσεις που βίωναν θα πρέπει να ήταν αφόρητες. Η επαναστατική και θαρραλέα πράξη της Maria λειτούργησε ως καταλύτης. Προκάλεσε ένα βαθύ σχίσμα στην άκαμπτη και στείρα πραγματικότητα του σχολικού περιβάλλοντος καθώς αμφισβήτησε τον βαθύτερο πυρήνα του, το θρησκευτικό υπόβαθρο πάνω στο οποίο βάσιζε την ύπαρξή του. Μέσα απ’ αυτό το σχίσμα εισέβαλε το χάος και όπως όλοι γνωρίζουμε, το άγγιγμα του χάους γεννάει τον τρόμο.
Ωστόσο, το χάος είναι λυτρωτικό. Προκαλεί αναγκαίες αλλαγές. Και το Villa de las Niñas όντως άλλαξε. Η διευθύντριά του, η αδελφή Cheong παραιτήθηκε και επέστρεψε στη Νότιο Κορέα, στην πόλη Busan. Αν ακόμα και σήμερα πιστεύει ότι το σχολείο της πέρασε μια δοκιμασία υπερφυσικής προέλευσης, παραδέχεται ότι οι κανόνες της λειτουργίας του ήταν όντως εξαιρετικά σκληροί, εμπνευσμένοι από την κουλτούρα της ακραίας πειθαρχίας που χαρακτηρίζει την πατρίδα της.
Όσο για τη Maria, τα ίχνη της χάθηκαν για πάντα. Ίσως βέβαια να ζει ακόμα κάπου στο Μεξικό, να ασκεί τα παράξενα ταλέντα της και να εμπλουτίζει την πραγματικότητά μας με ανατρεπτικές αλλαγές…
Πηγές:
- https://www.youtube.com/watch?v=zZxkkWUSSs4
- https://www.vox.com/c/the-highlight/21242299/outbreak-girlstown-chalco-world-villages-villa-de-las-ninas
- https://www.reuters.com/article/health-mexico-illness-dc/hundreds-sick-in-mexico-religious-school-mystery-idUKN0625834920070406
- https://www.youtube.com/watch?v=e59vEGyxZMs
+ There are no comments
Add yours